Η σύνθετη αυτή παράσταση του Κωνσταντίνου Βολανάκη κατακλύζεται από τα έντονα θερμά χρώματα του λυκόφωτος. Σε πρώτο πλάνο, στο κέντρο σχεδόν της σύνθεσης, παρασταίνει δύο άτομα να συζητούν πάνω στην ακτή, ανάμεσα σε μια βάρκα και ένα ιστιοφόρο. Στη δεξιά πλευρά απεικονίζει το ατέρμονο θαλασσινό τοπίο και το βλέμμα του θεατή χάνεται στον ορίζοντα και στο σημείο που ενώνεται το υγρό στοιχείο με τον ουρανό. Αντίθετα, η αριστερή πλευρά της αναπαράστασης είναι πιο σύνθετη. Στο βάθος σχηματίζεται ένας θαλάσσιος κόλπος, όπου απεικονίζονται ιστιοφόρα, πλοία και βάρκες αγκυροβολημένα ή αρόδο κοντά στην ακτή. Στην παράλια ζώνη, σύριζα με την επιφάνεια της θάλασσας, διακρίνονται ανθισμένες πόες και μέρος ξύλινου φράχτη, ενώ στο αμμώδες μέρος περπατούν δύο κυρίες που κατευθύνονται σε κεραμοσκεπές κτίσμα με δέντρα και ψηλό αυλότοιχο.
Η απόδοση του θέματος προδίδει τη δεξιοτεχνία του καλλιτέχνη και την αφηγηματική του ευφράδεια. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η εικονογραφική απόδοση της κάθε λεπτομέρειας, από τα καθημερινά χρηστικά σκεύη δίπλα και πάνω στη βάρκα και το καΐκι, μέχρι τη νατουραλιστική απόδοση της αρματωσιάς όλων των πλεούμενων. Αντίθετα, το γήινο λοφώδες τοπίο έχει αποδοθεί εντελώς σχηματικά.